Τα αυτιά αποτελούν δυστυχώς πόλο «έλξης» για μικρόβια και άλλες παθολογικές καταστάσεις καθώς είναι ιδιαίτερα ευάλωτα, ειδικά κατά την παιδική ηλικία. Μία από τις κοινές ενδείξεις ύπαρξης κάποιας υποκείμενης παθολογίας είναι η εκροή υγρού από το αυτί, ή αλλιώς ωτόρροια. Η ωτόρροια δεν αποτελεί αυτοτελή πάθηση, αλλά σύμπτωμα μιας υποβόσκουσας κατάστασης που θα πρέπει πάντοτε να ελέγχεται. Αν και αρκετές φορές είναι ακίνδυνη, η εκροή υγρού δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αφήνεται έως ότου (και αν) υποχωρήσει από μόνη της.
Τι είναι η ωτόρροια;
Η ωτόρροια είναι ένα σύμπτωμα που εκδηλώνεται με εκροή υγρού από το ένα ή και τα δύο αυτιά. Πιο συγκεκριμένα, το υγρό μπορεί να είναι διαυγές ή να περιλαμβάνει πύον, αίμα ή εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Η σύσταση του υγρού μπορεί να υποδεικνύει διαφορετικά υποκείμενα αίτια, καθιστώντας την ιατρική αξιολόγηση άκρως αναγκαία.
Λοιμώξεις και ωτόρροια
Οι λοιμώξεις είναι η πιο συχνή αιτία ωτόρροιας, ιδιαίτερα στα παιδιά. Και οι βακτηριακοί και οι ιογενείς παθογόνοι μικροοργανισμοί μπορούν να προσβάλουν το αυτί, οδηγώντας σε φλεγμονή και εκροή υγρού. Οι λοιμώξεις συνήθως αφορούν είτε το εξωτερικό είτε το μέσο αυτί, δηλαδή γίνεται λόγος για εξωτερική ή μέση ωτίτιδα αντίστοιχα. Η εξωτερική ωτίτιδα αφορά την ανάπτυξη λοίμωξης στον εξωτερικό ακουστικό πόρο. Αυτή η πάθηση αναφέρεται συνήθως ως “αυτί του κολυμβητή” λόγω της συσχέτισής της με την παρατεταμένη έκθεση του αυτιού σε υγρασία, που διαταράσσει το φραγμό του δέρματος και επιτρέπει τον πολλαπλασιασμό βακτηρίων. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πόνο στο αυτί, κνησμό, διόγκωση και ωτόρροια. Η ωτόρροια στην εξωτερική ωτίτιδα είναι συχνά πυώδους σύστασης και κιτρινωπής / πρασινωπής απόχρωσης, ενώ μπορεί να έχει και δυσάρεστη οσμή. Η θεραπεία της πάθησης περιλαμβάνει τοπική αντιβιοτική αγωγή, συχνά σε συνδυασμό με λήψη κορτικοστεροειδών για τη μείωση της φλεγμονής. Σε σοβαρές περιπτώσεις ή όταν η λοίμωξη εξαπλώνεται πέρα από τον ακουστικό πόρο μπορεί να απαιτηθεί αντιβιοτική αγωγή από το στόμα.
Η μέση ωτίτιδα από την άλλη πλευρά αναφέρεται στη φλεγμονή ή λοίμωξη του μέσου ωτός και αποτελεί μια ακόμη συχνή αιτία ωτόρροιας, ιδίως στα παιδιά. Συχνά εκδηλώνεται ως επιπλοκή ιογενών λοιμώξεων του ανώτερου αναπνευστικού που οδηγούν με τη σειρά τους σε δευτερογενή λοίμωξη της περιοχής πίσω από το τύμπανο. Η μέση ωτίτιδα διακρίνεται μάλιστα σε οξεία και χρόνια, ανάλογα με τη διάρκεια και την ένταση των συμπτωμάτων. Μάλιστα, πέρα από την ωτόρροια εκδηλώνεται και με ένα πρόσθετο σύνολο συμπτωμάτων όπως πόνο στο αυτί, πυρετό και βαρηκοΐα. Σε σοβαρές περιπτώσεις ωστόσο η πάθηση μπορεί να προκαλέσει ρήξη της τυμπανικής μεμβράνης, με αποτέλεσμα την εκροή πυώδους υγρού στον εξωτερικό ακουστικό πόρο. Εάν η τυμπανική μεμβράνη υποστεί ρήξη, μπορεί να χρειαστεί χειρουργική αποκατάσταση μέσω μιας επέμβασης που ονομάζεται τυμπανοπλαστική.
Χολοστεάτωμα και εκροή υγρού από το αυτί
Το χολοστεάτωμα είναι μια μη φυσιολογική ανάπτυξη πλακώδους επιθηλίου στο μέσο αυτί και στην μαστοειδική κοιλότητα, που συχνά προκύπτει λόγω χρόνιας μέσης ωτίτιδας. Βέβαια, δεν αποκλείεται να είναι υπαρκτό και από τη στιγμή της γέννησης ή κατά τα πρώτα χρόνια ζωής του παιδιού, το οποίο σε αυτή την περίπτωση διαμορφώνεται εξαιτίας της ύπαρξης εμβρυικού υπολειμματικού ιστού στο μέσο αυτί (συγγενές χολοστεάτωμα). Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια διαβρωτικής φύσεως επιθηλιακή βλάβη που προκαλεί υποτροπιάζουσα, επίμονη εκροή δύσοσμου ή πυώδους υγρού, βαρηκοΐα και πόνο. Σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει ίλιγγο ή αστάθεια, παράλυση του προσωπικού νεύρου και μόνιμη απώλεια ακοής. Η χειρουργική επέμβαση είναι συνήθως απαραίτητη για την αφαίρεση του χολοστεατώματος και την αποκατάσταση των κατεστραμμένων δομών του μέσου ωτός. Η επέμβαση εκλογής σε αυτή την περίπτωση είναι η τυμπανομαστοειδεκτομή.
Τραύματα στο αυτί και ωτόρροια
Τα τραύματα στο αυτί μπορούν επίσης να προκαλέσουν ωτόρροια, ενώ η φύση της εκροής εξαρτάται από τη σοβαρότητα και τη θέση του τραυματισμού. Το πιο κοινό τραύμα που μπορεί να προκύψει είναι η διάτρηση της τυμπανικής μεμβράνης. Αυτή μπορεί να προκληθεί από άμεσο τραύμα, όπως η εισαγωγή ξένου αντικειμένου (π.χ. μπατονέτες), ξαφνικές αλλαγές στην πίεση ή δυνατούς θορύβους. Η προκύπτουσα ωτόρροια είναι συχνά διαυγής ή αιματηρή, και οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν πόνο, απώλεια ακοής και εμβοές. Οι διατρήσεις της τυμπανικής μεμβράνης συχνά επουλώνονται από μόνες τους, ωστόσο σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση τυμπανοπλαστικής για την επιδιόρθωση της βλάβης και την αποκατάσταση της ακοής.
Παράλληλα, κάποιο σοβαρό τραύμα στο κεφάλι μπορεί να προκαλέσει κατάγματα στη βάση του κρανίου. Τα κατάγματα αυτά μπορούν να προκαλέσουν ωτόρροια λόγω διαρροής εγκεφαλονωτιαίου υγρού μέσω του αυτιού. Η ωτόρροια σε μια τέτοια περίπτωση παρουσιάζεται συνήθως ως διαυγές, υδαρές έκκριμα, που μπορεί να αυξάνεται όταν ο ασθενής σκύβει προς τα εμπρός. Αυτή η κατάσταση απαιτεί άμεση ιατρική φροντίδα, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές όπως η μηνιγγίτιδα.
Νεοπλασματικά αίτια ωτόρροιας
Παρόλο που είναι λιγότερο συχνά, όγκοι που αφορούν το αυτί ή τις παρακείμενες δομές μπορούν επίσης να προκαλέσουν ωτόρροια. Τόσο καλοήθη όσο και κακοήθη νεοπλάσματα μπορούν να οδηγήσουν σε εκροή υγρού.
Όπως γίνεται αντιληπτό, η ωτόρροια είναι ένα σύμπτωμα που μπορεί να οφείλεται σε πολυάριθμα αίτια. Προκειμένου να ανευρεθεί το ακριβές αίτιο της ωτόρροιας, είναι σημαντικό να εφαρμοστεί μια εξατομικευμένη, λεπτομερής προσέγγιση. Η έγκαιρη αναγνώριση του υποκείμενου αιτίου και η επιτυχής θεραπεία του είναι κρίσιμης σημασίας, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου οι επιπλοκές, όπως η απώλεια ακοής, η μηνιγγίτιδα ή η βλάβη του προσωπικού νεύρου, μπορούν να καταστούν ιδιαίτερα δυσμενείς ή και επικίνδυνες. Η Χειρουργός ΩΡΛ Δρ. Όλγα Παπαδοπούλου εφαρμόζει την κατάλληλη διαγνωστική προσέγγιση για την ανεύρεση του αιτίου που προκάλεσε εκροή υγρού από το αυτί και στη συνέχεια προχωρά στην αποκατάστασή του.