εκκριτική ωτίτιδα

Πολλές ΩΡΛ παθήσεις δεν αποκλείεται να αφήσουν πίσω τους κατάλοιπα ή να πυροδοτήσουν με τη σειρά τους δευτερογενείς παθολογικές καταστάσεις. Μία από αυτές τις παθήσεις είναι η μέση ωτίτιδα, η οποία πρόκειται για φλεγμονή του αυτιού λόγω λοίμωξης που πλήττει συχνά ασθενείς παιδικής ηλικίας. Η μέση ωτίτιδα μπορεί πιο συγκεκριμένα να συμβάλει στην μετέπειτα συσσώρευση υγρού στο μέσο αυτί. Αυτή η συσσώρευση υγρού αποκαλείται εκκριτική ωτίτιδα. Η πάθηση αυτή βέβαια μπορεί να εμφανιστεί σε ορισμένες περιπτώσεις χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια λοίμωξη του αυτιού.

Τι είναι η εκκριτική ωτίτιδα;

Η εκκριτική ωτίτιδα είναι μια πάθηση του αυτιού που χαρακτηρίζεται από τη συλλογή μη πυώδους, μη μολυσματικού δηλαδή, υγρού στο εσωτερικό του μέσου ωτός, ενώ απουσιάζουν εμφανή συμπτώματα μόλυνσης. Αυτή είναι και η βασική διαφορά της συγκριτικά με την οξεία μέση ωτίτιδα, όπου βακτηριακές ή ιογενείς λοιμώξεις προκαλούν συσσώρευση πύου στο αυτί. Η εκκριτική μέση ωτίτιδα μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά είναι πιο συχνή στα παιδιά.

Αίτια εκκριτικής ωτίτιδας

Η κύρια αιτία εμφάνισης της εκκριτικής ωτίτιδας είναι η δυσλειτουργία της ευσταχιανής σάλπιγγας. Η ευσταχιανή σάλπιγγα είναι ένας μικρός σωλήνας που συνδέει το μέσο αυτί με το πίσω μέρος του λαιμού που συνδράμει στη ρύθμιση της πίεσης και την αποστράγγιση του υγρού από το μέσο αυτί. Φυσιολογικά, η πίεση στο μέσο αυτί εκτονώνεται κατά την κατάποση. Η κατάποση προκαλεί το άνοιγμα των ευσταχιανών σαλπίγγων, κάτι που μπορεί να συμβεί 3 έως 4 φορές το λεπτό, με σκοπό τον αερισμό του αυτιού και την εξισορρόπηση των πιέσεων. Εάν μια ευσταχιανή σάλπιγγα παρουσιάζει δυσλειτουργία, ο αερισμός του αυτιού είναι ανεπαρκής, γεγονός που προκαλεί τη συσσώρευση υγρού στο μέσο αυτί. Η συσσώρευση αυτή υγρού αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό της εκκριτικής ωτίτιδας.

Διάφορες καταστάσεις μπορούν να επηρεάσουν τη φυσιολογική λειτουργία αυτής της σάλπιγγας, προκαλώντας περίσσεια πίεση στην κοιλότητα του μέσου ωτός και συνεπώς τη συσσώρευση υγρού. Σε αυτές τις καταστάσεις συγκαταλέγονται τυχόν λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού, αλλεργίες ή η υπερωιοσχιστία. Παράλληλα, αποφρακτικά αίτια όπως η υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων, κάποια κύστη ή όγκος στο ρινοφάρυγγα ή ένας ρινικός πολύποδας μπορούν να ανακόψουν την ορθή λειτουργία της ευσταχιανής σάλπιγγας. Τέλος, η ακτινοθεραπεία σε ογκολογικούς ασθενείς ή οι αυξομειώσεις της ατμοσφαιρικής πίεσης λόγω αεροπορικών ταξιδιών ή καταδύσεων δεν αποκλείεται να προκαλέσουν δυσλειτουργία της ευσταχιανής σάλπιγγας και κατά συνέπεια εκκριτική ωτίτιδα.

Συμπτώματα που προκαλεί η εκκριτική ωτίτιδα

Τα συμπτώματα της εκκριτικής ωτίτιδας είναι συχνά ήπια, ιδιαίτερα στα παιδιά, κάτι που μπορεί να καθυστερήσει την έγκαιρη διάγνωση. Το κύριο χαρακτηριστικό της πάθησης είναι η παρουσία υγρού στο μέσο αυτί χωρίς εμφανή σημάδια μόλυνσης (πυρετός, πόνος ή εκροή πύου). Το πιο σύνηθες σύμπτωμα είναι η βαρηκοΐα, καθώς το συσσωρευμένο υγρό επηρεάζει τη φυσιολογική μετάδοση των ηχητικών κυμάτων μέσω του μέσου ωτός. Η βαρηκοΐα μπορεί να είναι ήπια έως μέτρια ή και να συνοδεύεται από εμβοές ή ίλιγγο. Παράλληλα, οι ασθενείς με εκκριτική ωτίτιδα συχνά αναφέρουν μια αίσθηση πληρότητας ή πίεσης στο προσβεβλημένο αυτί ή τα αυτιά.

Αν και δεν εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την υγεία, η εκκριτική ωτίτιδα μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα επιζήμια κατά την παιδική ηλικία. Αυτό συμβαίνει καθώς η παρατεταμένη απώλεια ακοής, έστω και ήπια, μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη της ομιλίας σε μικρά παιδιά. Στα μικρά παιδιά δεν αποκλείεται τέλος να παρατηρηθεί ευερεθιστότητα, απροσεξία ή μειωμένη σχολική απόδοση λόγω της βαρηκοΐας που προκαλεί η πάθηση.

Διάγνωση και θεραπεία εκκριτικής ωτίτιδας

Η διάγνωση της εκκριτικής ωτίτιδας βασίζεται κυρίως στην κλινική εξέταση και σε ειδικές διαγνωστικές εξετάσεις. Αρχικά διενεργείται ωτοσκόπηση για την αξιολόγηση του τυμπάνου και ιδίως της κατάστασης του τυμπανικού υμένα. Η τυμπανομετρία, μια μη επεμβατική εξέταση που μετράει την κινητικότητα του τυμπάνου είναι η επόμενη εξέταση εκλογής. Εάν η αιτία της εκκριτικής δεν επιλυθεί, μπορεί να χρειαστεί περαιτέρω έλεγχος με ακουομετρία για την αξιολόγηση της βαρηκοΐας που συχνά συνοδεύει την πάθηση.

Η θεραπεία της εκκριτικής ωτίτιδας εξαρτάται από τη χρονική διάρκεια και τη σοβαρότητα της πάθησης, καθώς και από την αιτία που την προκαλεί. Αν το υγρό στο μέσο αυτί παραμένει για περισσότερο από δύο μήνες, συνήθως συνιστάται τυμπανοτομή με σκοπό την αποστράγγιση του υγρού και την αποφυγή μακροχρόνιων επιπλοκών, όπως τυχόν συμφύσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η τυμπανοτομή συνοδεύεται από την τοποθέτηση σωληνίσκων αερισμού που επιτρέπουν την αποστράγγιση και αερισμό του μέσου ωτός. Μπορεί να χορηγηθεί επίσης και φαρμακευτική αγωγή με αποσυμφορητικά, αντιισταμινικά και κορτικοστεροειδή, ενώ η χρήση αντιβιοτικών μπορεί να επιταχύνει την ίαση σε ορισμένες περιπτώσεις. Εάν η υποκείμενη αιτία είναι η υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων, μπορεί να πραγματοποιηθεί αφαίρεση αδενοειδών εκβλαστήσεων. Η Χειρουργός ΩΡΛ Δρ. Όλγα Παπαδοπούλου αντιμετωπίζει στοχευμένα την εκκριτική ωτίτιδα προκειμένου να αποφευχθούν επιζήμιες για την ακοή και τη συνολική ευημερία του ασθενούς επιπλοκές.